Ο

14 Μαΐ 2016

ΤΟ ΕΘΙΜΟ ΤΩΝ ''ΕΦΤΑ'' ΣΤΗΝ ΚΑΡΠΑΘΟ...

Σύμφωνα με αρκετούς ειδικούς μελετητές της εποχής μας, η Κάρπαθος, ένα νησί των Δωδεκανήσων στο νοτιοανατολικό άκρο του Αιγαίου, είναι ο τόπος με την πλουσιότερη λαογραφική παράδοση στη χώρα μας. Σήμερα σας παρουσιάζουμε το μοναδικό έθιμο των «Εφτά», που επιβιώνει μέχρι και τις μέρες μας.
Κατά τη διάρκεια της τέλεσής του, οι κάτοικοι του ακριτικού νησιού ζητούν, μέσω ενός πανάρχαιου μαγικοθρησκευτικού δρωμένου (στο οποίο έχουν προσκολληθεί και χριστιανικά στοιχεία), από τις τρεις Μοίρες να χαρίσουν καλοτυχία στο νεογέννητο βρέφος!

Ενα από τα παλαιότερα και πιο αξιοπαρατήρητα έθιμα της Καρπάθου, το οποίο διατηρείται αναλλοίωτο μέχρι σήμερα, είναι το έθιμο των «Εφτά», ημερών εννοείται, από τη γέννηση του παιδιού. Σύμφωνα με το έθιμο αυτό, την έβδομη ημέρα από τη γέννηση, χωρίς καμιά πρόσκληση, συγγενείς και φίλοι της οικογένειας του νεογέννητου συγκεντρώνονται στο σπίτι του για να γιορτάσουν τον ερχομό του στον κόσμο. Οι επισκέπτες φέρουν μαζί τους διάφορα γλυκίσματα και (συνήθως χρυσά) δώρα για το νεογέννητο. Τέτοια είναι π.χ. «κανίσκια» με μπακλαβάδες, κουραμπιέδες ή ποτά, και χρυσές αλυσίδες, περικάρπιες «ταυτότητες», αντίγραφα βυζαντινών νομισμάτων, σταυροί, απεικονίσεις Αγίων, ενδύματα κ.λπ.

Οταν συγκεντρωθούν οι συγγενείς και φίλοι, η μαμή παλαιότερα, η μητέρα ή η γιαγιά τώρα, θα τυλίξει το βρέφος με ένα μεταξωτό σεντόνι και θα του φορέσει το καλύτερο πουκάμισο του πατέρα (αν είναι αγόρι) ή της μητέρας του (αν είναι κορίτσι). Κατόπιν, το τοποθετεί πάνω σ’ ένα μεγάλο τραπέζι στη μέση του δωματίου (παλαιότερα το έβαζε μέσα σε σκάφη). Στη συνέχεια τοποθετούν ολόγυρά του τα δώρα. Ακολουθούν οι ευχές όλων των παρευρισκομένων, ενώ δύο πρωτοκόρες αμφιθαλείς (των οποίων οι γονείς ζουν) βάζουν το νεογέννητο σε ένα μεταξωτό σεντόνι και κρατώντας το από τις δύο άκρες, κινούν ημικυκλικά («νανουρίζουν») το βρέφος και του τραγουδούν αυτοσχέδια ευχετικά δίστιχα (μαντινάδες), που ταιριάζουν η μητέρα ή οι γιαγιάδες του.

Αρχαία θρησκεία και Χριστιανισμός

Αφού τελειώσει το τραγούδημα, η μητέρα ή η γιαγιά ανάβει επτά μικρά κεριά, στα οποία δίνει αντίστοιχα ονόματα της Παναγίας, του Χριστού και Αγίων συνήθων στην Κάρπαθο ή στο συγκεκριμένο χωριό της γιορτινής τελετής. Τα κεριά τοποθετούνται σε σκαμνί (παλαιότερα) ή (σήμερα) σε λεκάνη ή μεγάλο πιάτο με μέλι. Συγχρόνως ένα πρωτότοκο, αμφιθαλές επίσης, αγόρι απαγγέλλει το Σύμβολο της Πίστεως (το «Πιστεύω»), ενώπιον των παρισταμένων, που περιμένουν να δουν με αγωνία ποιο από τα κεριά θα σβήσει πρώτο, γιατί ο ονοματισμένος με αυτό Αγιος θα είναι και ο προστάτης του παιδιού σε όλη τη ζωή του. Στο όνομα του συγκεκριμένου Αγίου πρέπει να γίνει Θεία Λειτουργία μετά το «σαράντισμα» της λεχώνας και σ’ αυτόν θα προσεύχονται σε κάθε ασθένεια ή ατυχία του παιδιού.

Στο μεταξύ στην κουζίνα ή σε άλλο δωμάτιο ετοιμάζεται το χαρακτηριστικό γλύκισμα της γιορτής, η γνωστή «αλευρά». Πρόκειται για γλυκό που παρασκευάζεται από αλεύρι και διάφορα μπαχαρικά. Ολα αυτά τα ρίχνουν σε μια ξύλινη ή μεταλλική γαβάθα (παλαιότερα στον «καύκαλλο», ξύλινη μεγάλη σκάφη σε στρογγυλό σχήμα) με ζεματιστό νερό και τα ανακατεύουν καλά. Αφού «ψηθεί» καλά η ζύμη, τοποθετείται σε πιάτα, τα οποία έχουν ένα κυκλικό κενό στο μέσον, όπου βάζουν ποσότητα μελιού και βούτυρου, συνήθως καρπαθιακής προέλευσης. Ολοι με ένα πιρούνι, αλείφοντας τη ζύμη στο μέλι, πρέπει να φάνε «εφτά» πιρουνιές «αλευρά». Το υπόλοιπο που θα μείνει στη μεγάλη γαβάθα πιστεύεται ότι θα φαγωθεί από τις Μοίρες, που θα έλθουν την ίδια νύκτα για να «μοιράσουν» το παιδί, προδιαγράφοντας τη μελλοντική του τύχη. Μετά απ’ αυτά προσφέρονται στους παρευρισκόμενους και άλλα φαγητά, ενώ συνάμα ξεκινάει παραδοσιακό Καρπάθικο γλέντι με αυτοσχέδιες μαντινάδες και χορούς μέχρι τις πρωινές ώρες.

Το έθιμο αυτό είναι επίσης γνωστό στην Κάσο, στη Χάλκη και τη Ρόδο, χωρίς όμως να έχει τη λειτουργικότητα και την πλούσια εθιμική πλαισίωση της Καρπάθου.

Ο μαγικός αριθμός 7

Το έθιμο των «Εφτά» πρέπει οπωσδήποτε να συνδέεται με την πολύ διαδομένη επταδική δοξασία. Ο αριθμός επτά από αρχαιότατα χρόνια θεωρήθηκε ιερός και ότι περιείχε μυστική δύναμη.

Στους αρχαίους Αιγυπτίους, Εβραίους και Ελληνες συμβόλιζε την τελειότητα, ίσως γιατί περιελάμβανε τους αριθμούς 3 και 4 που σχημάτιζαν τρίγωνο και τετράγωνο αντίστοιχα.

Αλλά και η φυσική παρατήρηση συνέβαλλε σ’ αυτό. Για παράδειγμα το ουράνιο τόξο έχει επτά χρώματα. Η μουσική ακόμα έχει επτά τόνους, ενώ ο αριθμός αυτός είναι ο μόνος, ο οποίος δεν διαιρείται ούτε πολλαπλασιάζεται μέσα στο όριο της δεκάδας όπου ανήκει. Θεωρήθηκε, λοιπόν, ότι δεν είναι κοινός αριθμός, αλλά κατά κάποιον τρόπο μοναδικός, γι’ αυτό του αποδόθηκαν εξαιρετικά, ακόμα και ιερά χαρακτηριστικά και μαγικές ιδιότητες.

Οι αρχαίοι Χαλδαίοι και Ασσύριοι, οι οποίοι μάλιστα ανακάλυψαν τους επτά πλανήτες, συσχέτισαν τον αριθμό με την ανθρώπινη ζωή και πρέσβευαν ότι επτά είναι οι πίνακες της μοίρας που ρυθμίζουν την τύχη των ανθρώπων.

Στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη ο αριθμός (και τα πολλαπλάσιά του) αναφέρεται πολλές φορές (π.χ. επτά αρχάγγελοι, επτά θανάσιμα αμαρτήματα, επτά Μυστήρια της Εκκλησίας, ο Χριστός δίδαξε να συγχωρούμε 77 φορές, την Π. Διαθήκη μετέφρασαν εβδομήντα σοφοί, κ.λπ.).

Ομως και στις μέρες μας δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στον αριθμό 7. Στη Γαλλία, π.χ., τον αναφέρουν σε νουθεσίες («γυρίσετε τη γλώσσα σας επτά φορές πριν μιλήσετε»), ενώ στη Γερμανία πιστεύουν άλλοτε ότι το έβδομο παιδί μιας οικογένειας προικίζεται από τη φύση με εξαιρετικά χαρίσματα και προσόντα. Στην ελληνική γλώσσα ορισμένες λέξεις με πρώτο συνθετικό το (επιτακτικό εδώ) «επτά» χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν ποσότητα, πλήθος, μεγέθυνση (π.χ. εφτάψυχος, εφτάκαλος, εφτάπαχος, εφτάμυαλος κ.ά.).

Ολα αυτά δείχνουν, νομίζω, την εξαιρετική σημασία που αποδίδεται στον αριθμό, και δικαιολογούν ικανοποιητικά τη χρήση στην ονοματοθεσία και τις διάφορες φάσεις του καρπαθιακού εθίμου.

Οι ρίζες σε μια πανάρχαια ελληνική γιορτή

Ειδικότερα το έθιμο των «Εφτά» μπορεί ή και πρέπει να συσχετισθεί με τα «Αμφιδρόμια», που τελούνταν στην αρχαία Αθήνα και ίσως και σε άλλες ελληνικές πόλεις. Τα Αμφιδρόμια ήσαν γιορτές καθαρμού και τελούνταν στο σπίτι μετά τη γέννηση ενός παιδιού, γιατί στη γέννηση κατεξοχήν η λεχώνα θεωρείτο και φορέας μιαρού ή υποκείμενο σ’ αυτό.

Γι’ αυτό κιόλας το παιδί, η λεχώνα και όλα τα πρόσωπα που είχαν έλθει σε επαφή μαζί της έπρεπε να καθαρισθούν με πλύσιμο ή άλλα μέσα. Το ίδιο έπρεπε να γίνει και για το σπίτι, όπου έβαζαν στην εξώπορτα ένα κλαδί ελιάς, λυγισμένο σε μορφή στεφανιού (αν είχε γεννηθεί αγόρι) ή μάλλινου νήματος (αν είχε γεννηθεί κορίτσι). Και τα δύο είχαν καθαρτήρια σημασία.

Στα Αμφιδρόμια (= τρέξιμο γύρω γύρω) πιθανώς η μαμή έφερνε το παιδί στην εστία και το γυρνούσε κυκλικά σ’ αυτή μαζί με τους παρισταμένους που ακολουθούσαν. Ο σκοπός της κυκλικής περιφοράς του νεογέννητου ήταν η είσοδός του στην οικογένεια. Στη συνέχεια γινόταν ένα γεύμα, στο οποίο έπαιρναν μέρος συγγενείς και φίλοι του νεογέννητου.

Τα Αμφιδρόμια γίνονταν την 5η ή την 7η ημέρα από τη γέννηση του παιδιού, ενώ συνήθως η 10η ήταν η ημέρα της ονοματοθεσίας, σύμφωνα με μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων και του Λεξικού της Σούδας.

Συγκεκριμένα ο Ησύχιος (5ος αι. μ.Χ.) σημείωσε στο σχετικό λήμμα:
  
«Αμφιδρόμια˙ ημέρα αγομένη <επί> τοις παιδίοις, εν η το βρέφος περί την εστίαν έφερον τρέχοντες κύκλω, και επετίθεσαν αυτώ όνομα, ότε <και> υπό των οικείων και φίλων δώρα επέμπετο.

»δεκάτην θύομεν˙ τη δεκάτη ημέρα τα ονόματα τοις βρέφεσιν ετίθεσαν, ο δε Αριστοτέλης τη εβδόμη φησί.

»δρομιάμφιον ήμαρ˙ αμφιδρόμια, έστι δε ημερών επτά από της γεννήσεως, εν η το βρέφος βαστάζοντες περί την εστίαν γυμνοί τρέχουσι.

»εβδομευόμενα˙ <δεκάτην> ή εβδόμην ημέραν από γενέσεως παιδίου εορτάζουσιν».

Ο Πλάτων στον «Θεαίτητο» δίνει το εξής απόσπασμα διαλόγου μεταξύ Σωκράτη και Θεαίτητου, με τη μεταφορική χρήση του εθίμου:

«ΣΩ: Ή γαρ, ω Θεαίτητε; Φώμεν τούτο σον μεν είναι οίον νεογενές παιδίον, εμόν δε μαίευμα; ή πώς λέγεις;

ΘΕΑΙ: Ούτως ανάγκη, ω Σώκρατες.

ΣΩ: Τούτο μεν δη, ως έοικεν, μόλις ποτέ εγεννήσαμεν, ότι δη ποτέ τυγχάνει ον. Μετά δε τον τόκον τα αμφιδρόμια αυτού ως αληθώς εν κύκλω περιθρεκτέον τω λόγω, σκοπουμένως μη λάθη ημάς ουκ άξιον ον τροφής το γιγνόμενον, αλλά ανεμιαίον τε και ψεύδος».
  
Ο αρχαίος σχολιαστής σημειώνει εν προκειμένω: «[Αμφιδρόμια] ημέρα πέμπτη τοις βρέφεσι εκ γενέσεως, ούτω κληθείσα παρ’ όσον εν ταύτη καθαιρόμεναι τας χείρας αι συναψάμεναι της μαιώσεως, το βρέφος περί την εστίαν φέρουσιν τρέχουσαι κύκλω, και τούνομα τίθενται τούτω, δώρα τε πέμπουσι τω παιδί, ως επί το πλείστον πολύποδας, οι τε φίλοι [τε] και οικείοι και απλώς οι προσήκοντες».

Και στο Λεξικό της Σούδας επίσης αναφέρονται περίπου ταυτόσημα: «Αμφιδρόμια˙ την πέμπτην άγουσιν επί τοις βρέφεσιν, εν η αποκαθαίρονται τας χείρας αι συναψάμεναι της μαιώσεως˙ το δε βρέφος περιφέρουσι την εστίαν τρέχοντες, και δώρα πέμπουσιν οι προσήκοντες, ως επί το πλείστον πολύποδας και σηπίας. Τη δεκάτη τούνομα τίθενται. Δεκάτην εστιάσαι˙ έθος ην παίδων γεννωμένων τοις Αθηνίοις αστοίς τη των νυκτών από της γενέσεως συγκαλείσθαι τους προς πατρός και μητρός οικείους και τους εγγυτάτω φίλους, και παρόντων εκείνων τα τε ονόματα τοις παισί τίθεσθαι και καλλιερείσθαι τοις θεοίς˙ έπειτα ευωχείσθαι τους συνεληλυθότας. Και τούτο έστιν η δεκάτη».

Ο Γερμανός φιλόλογος Ludwing Deubner, που ασχολήθηκε με το θέμα, πιστεύει ότι τα Αμφιδρόμια γίνονταν την 5η ημέρα μετά τη γέννηση του παιδιού, ενώ η ονοματοθεσία την 7η ή τη 10η ημέρα. Ο ίδιος είναι εναντίον της ταύτισης ή συγχώνευσης των δύο τελετών, γιατί, όπως λέει, άλλα τελετουργικά στοιχεία χαρακτηρίζουν τη μια και άλλα την άλλη. Αν, κατόπιν, έχουμε και μαρτυρίες όπου γίνεται σύγχυση, αυτό οφείλεται στην ολιγωρία που παρατηρείται σε περιπτώσεις αρχαίας παράδοσης.

Κατά την περίοδο των μέσων χρόνων, όπως παρατήρησε ο Θεοφύλακτος Σιμοκάτης, παραλλαγή του εθίμου αυτού μαρτυρείται στους κατοίκους της Αλεξάνδρειας: «Σύνηθες γουν τοις εγχωρίοις επί τοις λελοχευμένοις παιδίοις εβδομαίαν άγουσι την ημέραν συμποσίων εορταίς καταπαννυχίζεσθαι».
  
Από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, νομίζω, ότι καθίσταται πιθανή η σύνδεση των αρχαίων Αμφιδρομίων με το Καρπαθιακό (και ευρύτερα δωδεκανησιακό) έθιμο των «Εφτά». Οι πράξεις και ενέργειες του αρχαίου εθίμου, εξ άλλου, μπορούμε να πούμε ότι αντιστοιχούν σήμερα, σε ορισμένες περιπτώσεις, με όμοιες ή παραπλήσιες συνήθειες των Νεοελλήνων, που γίνονται στη γέννηση και βάπτιση του παιδιού, όπως επισήμανε ο Ν. Γ. Πολίτης.
  
Διαβάστε: Το βιβλίο του Μηνά Αλεξιάδη με τίτλο «Δωδεκάνησα: Λαϊκός Πολιτισμός» (Β’ έκδοση), εκδόσεις Γρηγόρη, 2005.
  
Who is Who: Ο Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης είναι καθηγητής Λαογραφίας στο τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Γεννήθηκε στην Κάρπαθο. Σπούδασε Μεσαιωνική και Νεότερη Ελληνική Φιλολογία και Λαογραφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (με δασκάλους τους Δ.Σ Λουκάτο και Μ.Γ Μερακλή) και το 1982 αναγορεύτηκε αριστούχος διδάκτορας Λαογραφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Εκανε συμπληρωματικές σπουδές Λαογραφίας στο Λονδίνο με καθηγητές τους διάσημους Alan Dundes και Lewis.

Εχει λάβει πολλές τιμητικές διακρίσεις ορισμένες εκ των οποίων είναι: Αρχων του Οικ. Πατριαρχείου και του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, 2 Πανδωδεκανησιακά βραβεία και χρυσό μετάλλιο πνευματικού κέντρου Δήμου Καρπάθου. Εχει συγγράψει αρκετά βιβλία και μελετήματα για τον Ελληνικό λαϊκό πολιτισμό. Δημοσιεύει άρθρα, βιβλιοκρισίες και επιφυλλίδες σε περιοδικά, εφημερίδες, εγκυκλοπαίδειες, ενώ έχει προλογήσει και επιμεληθεί συλλογικά έργα. Λαμβάνει μέρος σε Ελληνικά και διεθνή συνέδρια Λαογραφίας και Πολιτισμού και σήμερα διευθύνει το Σπουδαστήριο Λαογραφίας της Φιλοσοφικής Σχολής

ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ ΜΕ ΕΝΑ LIKE ΣΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου